13.3 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΕΛΛΑΔΑΟμιλία Γ. Τσίπρα στην Επιτροπή Εθνικής Άμυνας & Εξωτερικών Υποθέσεων

Ομιλία Γ. Τσίπρα στην Επιτροπή Εθνικής Άμυνας & Εξωτερικών Υποθέσεων

Ομιλία Γιώργου Τσίπρα, Αναπληρωτή Τομεάρχη Εθνικής Άμυνας της Κ.Ο. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-Προοδευτική Συμμαχία, στην Επιτροπή Εθνικής Άμυνας & Εξωτερικών Υποθέσεων, κατά την επεξεργασία του σχεδίου νόμου του Υπ. Εξωτερικών «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Γαλλικής Δημοκρατίας για την εγκαθίδρυση στρατηγικής εταιρικής σχέσης για τη συνεργασία στην άμυνα και την ασφάλεια».

Εισαγωγικά θέλω να επισημάνω στον κ. Λαζαρίδη, Εισηγητή της Πλειοψηφίας, ότι Mirage δεν έχουν αναβαθμιστεί. Είπατε για F-16 και Mirage. Τα Mirage δεν έχουν αναβαθμιστεί. Επειδή είστε Εισηγητής, καλό θα ήταν να είστε ενημερωμένος.

Δεύτερον, για την άμυνα. Είπε ο Υπουργός Εξωτερικών, κ. Δένδιας, ότι δεν υπάρχει διμερής συμφωνία που να υπερβαίνει αυτά τα οποία γράφονται. Θα έρθω σε αυτό μετά.

Αντίστοιχα, θέλω να επισημάνω ότι δεν υπάρχει χώρα, σε ολόκληρο τον κόσμο, που να έχει ιδιαίτερες αμυντικές ανάγκες –άρα, και εξοπλιστικές- και να διαλύει την αμυντική της βιομηχανία. Δεν υπάρχει ένα παράδειγμα τέτοιας χώρας. Και εμείς διαλύουμε την αμυντική μας βιομηχανία. Διαλύουμε την ΕΑΒ. Είναι η πρώτη φορά, εδώ και δεκαετίες, που αυτά, που ήταν για μας συμπαραγωγή αποκλειστική απέναντι στη LOCKHEED, θα παράγονται πλέον και αλλού. Αυτό έγινε προ τριών μηνών. Και δεν έγινε απολύτως τίποτα, ενώ είναι γνωστό το πρόβλημα. Τα δε ΕΑΣ, τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα –και θα έχουμε την ευκαιρία, μεθαύριο, να συζητηθεί το θέμα σε Επίκαιρη Ερώτηση- είναι υπό διάλυση. Σε σχέση με το τι συνέβαινε πριν, δεν ήταν από πριν σε κατάσταση διάλυσης.

Και, βέβαια, το κορυφαίο. Αυτό είναι κορυφαίο. Θα υπερβούν τα 7 δισεκατομμύρια μόνο τα γαλλικά συστήματα, τα οποία θα αγοράσουμε και δεν προβλέπεται απολύτως τίποτα για την ελληνική αμυντική βιομηχανία, τουλάχιστον τη δημόσια. Απολύτως τίποτα.

Εδώ, υπάρχουν τουλάχιστον δύο ερωτήματα:

Το ένα ερώτημα είναι: Δεν φτιάχνονται οι φρεγάτες εδώ, η συντήρηση γιατί δεν προβλέπεται να γίνει εδώ πέρα, με μεταφορά τεχνογνωσίας; Δεν προβλέπεται απολύτως τίποτα.

Και το δεύτερο ερώτημα, που είναι πιο κρίσιμο. : Όταν ακόμα υπήρχε το πρόβλημα από πού θα αγοραστούν φρεγάτες, με βάση τις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού. Διότι η επιλογή που προέκυψε με τη Γαλλία είναι του τελευταίου 20ημερου, όταν οι Γάλλοι είχαν ζήτημα ανταγωνισμού με άλλες υποψήφιες χώρες που γνωρίζετε, είχαν έρθει εδώ και είχαν επισκεφθεί το Ναυπηγείο της Ελευσίνας και είχαν πει στους εργαζόμενους –υπάρχει και video- ότι ήταν διατεθειμένοι, πλην της πρώτης φρεγάτας που για ευνόητους λόγους θα φτιαχτεί στη Γαλλία, τις επόμενες να τις φτιάξουν εδώ, στην Ελλάδα. Τι μεσολάβησε μέσα σε 6 μήνες, από τον περασμένο Απρίλιο, και έχουμε αυτού του είδους τη συμφωνία;

Να το θέσω και λίγο διαφορετικά: Δεν ήθελαν οι Γάλλοι ή, μήπως, το ελληνικό Υπουργείο Άμυνας δεν ήθελε να κατασκευαστούν εδώ; Υπάρχει ένα ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί.

Αλλά, επειδή είναι πολύ ψηλά οι τόνοι για τις ανάγκες της αμυντικής θωράκισης και πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν συμμετέχει σε αυτό, θα το πω εγώ αυτό: Το πρώτο πράγμα, για μια χώρα που έχει ιδιαίτερες αμυντικές δαπάνες, θα έπρεπε να είναι να φροντίσει την αμυντική της βιομηχανία. Όταν ο Πρωθυπουργός της χώρας δεν είχε να προσφέρει  την ελληνογαλλική Συμφωνία, στην περυσινή ΔΕΘ του 2020, διότι εξέλειπε στο μεταξύ, ανακοινώθηκε τον Αύγουστο από τα διάφορα μέσα ενημέρωσης, μετά έφυγε από το τραπέζι και το μόνο που είχε να πει, για να υποστηρίξει την επιλογή των 18 RAFAL είναι ότι θα ενισχύσουμε αποφασιστικά την αμυντική βιομηχανία. Όχι μόνο δεν την ενίσχυσε, αλλά είναι σε κατάσταση διάλυσης.

Θέλω να κάνω δυο σχόλια για αυτά που ακούστηκαν ως αντίλογος για το θέμα της Συμφωνίας.

Κύριε Υπουργέ, υπήρχαν τρόποι για το άρθρο 2 -θα έρθω μετά στο άρθρο 18- να ενισχυθεί. Τρόποι υπήρχαν. Μην μένουμε στο θέμα της επικράτειας, αλλά το ζήτημα είναι αν αλλάξαμε έστω και ένα «κόμμα». Διότι, απ’ ότι φαίνεται, η Συμφωνία ήρθε χωρίς να έχει αλλάξει ούτε ένα «γιώτα». Μας ήρθε η Συμφωνία. Άλλοι συμφώνησαν για να υπάρξει αυτή η Συμφωνία, επειδή υπήρξαν παγκόσμιες διεθνείς εξελίξεις και μας ήρθε, χωρίς να αλλάξει ούτε ένα «γιώτα».

Λέει ο κ. Κουμουτσάκος: «Επικράτεια είναι ακόμη και ένα πολεμικό πλοίο με εθνική σημαία». Θα γνωρίζει, φαντάζομαι, ο κ. Κουμουτσάκος ότι σε ότι αφορά τέτοιου είδους συμφωνίες, πρόκειται για μια ερμηνεία –και δεν το υποτιμώ καθόλου- που μένει να αποδειχθεί στην πράξη. Εάν ήταν τόσο αυτονόητο, γιατί δεν μπήκε κάτι τέτοιο, πχ, μέσα στη Συμφωνία; Γιατί δεν μπήκε; Όπως και άλλα πράγματα, που θα μπορούσαν να μπουν πλην της επικράτειας.

Το δεύτερο, για το Σαχέλ. Λέει ο αγαπητός κ. Χατζηδάκης: «Θα στείλουν οι Γάλλοι τα παιδιά τους εδώ» -να δούμε αν θα τα στείλουν να σκοτωθούν- «και εμείς δεν μπορούμε να στείλουμε στο Σαχέλ;»  Εντάξει, ας κρατήσουμε τη συζήτηση σε ένα ορισμένο επίπεδο. Το πρώτο πράγμα είναι ότι οι Γάλλοι –και καλά κάνουν- έχουν συμφέροντα στην περιοχή και ιδιαίτερα και απέναντι στην Τουρκία. Το γνωρίζουμε όλοι μας. Έχουν συμφέροντα και πεδίο δράσης, το οποίο αυξάνεται λόγω των τελευταίων διεθνών εξελίξεων, με την κατανόηση ή το πράσινο φως και άλλων δυνάμεων. Άρα, δεν πρόκειται. Εμείς δεν έχουμε τέτοιου είδους συμφέροντα στη Δυτική Αφρική. Εδώ, δεν έχουμε Γραφείο Εμπορικού Ακολούθου και δεν υπάρχει πρεσβεία στην Υποσαχάρια  Αφρική, πλην της Νότιας Αφρικής που είναι άλλη περιοχή.

Το δεύτερο, εδώ μιλάμε για την επικράτεια μας, απ’ όσο γνωρίζω η Δυτική Αφρική επικράτεια της Γαλλίας δεν είναι, εάν θέλετε να βρείτε κάτι ισοδύναμο, γι’ αυτό λέω ότι δεν βγήκε ούτε ένα κόμμα από τη Συμφωνία και όπως μας ήρθε την αποδεχτήκαμε, θα υπήρχαν άλλα πράγματα, ή να βγει το Σαχέλ ή να μπει η Κύπρος, εάν θέλουμε να ψάξουμε για ισοδυναμίες. Το αφήνω και πάω στην ουσία.

Καταφέρατε μια συμφωνία; Δεν καταφέρατε μια συμφωνία, σας ήρθε η συμφωνία. Η πραγματική ιστορία αυτής της Συμφωνίας είναι ότι υπήρξαν συζητήσεις και διαπραγματεύσεις και την ίδια την Eλληνογαλλική Συμφωνία και για τις Belharra από τα χρόνια της Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, επί δύο έτη τώρα από τον Ιούλιο του 2019 μέχρι τώρα, με εξαίρεση μια μικρή αναλαμπή τον Αύγουστο του 2020, δεν υπήρξε καμία άλλη συζήτηση και δρομολόγηση αυτής της προσπάθειας, είχε φύγει από το τραπέζι οποιαδήποτε ελληνογαλλική συμφωνία και όλοι γνωρίζουμε ότι είχαν φύγει απ’ το τραπέζι από ένα σημείο και μετά και οι Behlarra.

Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, και αυτό δεν έχει διαψευσθεί, είχε τη γνώμη ότι είναι ακριβές, ίσως αργήσουν να έρθουν κ.λπ., το ίδιο και η Ελληνογαλλική Συμφωνία. Αντ’ αυτών πήρε τα Rafale, το είπε κιόλας, αντί για τις Behlarra πήραμε τα Rafale, που μάλλον δεν ήταν η πρώτη αναγκαιότητα της χώρας. Το Υπουργείο Άμυνας και επί ημερών μας και για ένα έτος τουλάχιστον ήταν γνωστό σε όλους, κοινώς γνωστό, ότι είχε άλλες προτεραιότητες και ξαφνικά γίνεται η επιλογή Rafale και βαδίζουμε μέχρι τώρα με τον ίδιο τρόπο.

Να σας πω, επίσης, ότι ακόμα για το θέμα της αμυντικής συμφωνίας, όταν ρωτήθηκε ο Πρωθυπουργός στην περσινή ΔΕΘ, « γιατί δεν προχωράτε;», ποια ήταν η απάντηση του; Το υποβάθμισε λέγοντας ότι συμφωνία, πολυμερής βέβαια, αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής υπάρχει στην Ε.Ε., το άρθρο 42 παράγραφος 7, ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, το ίδιο και για τα Rafale.

Σας έρχεται ξαφνικά μια συμφωνία και θέλω να πω τα εξής.

Είναι η ΑΒ αυτό που είναι εξωτερική πολιτική μιας χώρας, ότι δεν προηγείται η άμυνα, δεν είναι η άμυνα το κύριο, το κύριο είναι τι εθνική στρατηγική έχει μια χώρα και τι πολιτική βούληση έχει μια χώρα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι σήμερα υπάρχει ανάγκη νέας εθνικής στρατηγικής, διότι έχουν αλλάξει τα δεδομένα τριγύρω μας, πρέπει να χαραχθεί έτσι και αλλιώς μια εθνική στρατηγική και υπάρχει ανάγκη πολιτικής αντιμετώπισης αυτών των οποίων συμβαίνουν. Αυτό υπάρχει σαν πρώτο και κύριο, η άμυνα, η όποια αποτρεπτική ισχύς, είναι αναγκαία ακριβώς για να υποστηρίξει μια τέτοια πολιτική βούληση και εθνική στρατηγική, αλλά δεν είναι το πρώτο και το κύριο. Τα ερωτήματα εδώ είναι τα εξής.

Όταν πέρυσι το Oruc Reis έκοβε βόλτες στην Ανατολική Μεσόγειο, μας έλειπαν τα όπλα ή η Ελληνογαλλική Συμφωνία στο πώς σταθήκαμε και υπήρχε και η παντελώς ανεύθυνη και μάλλον πρωτοφανής στα τελευταία διπλωματικά χρονικά δήλωση Υπουργού της Κυβέρνησης, ότι η κόκκινη γραμμή μας είναι τα 6 ναυτικά μίλια. Όταν αποσύραμε από το τραπέζι της Ε.Ε. και δεν υπήρχε, αναφέρομαι συνολικά στην Κυβέρνηση, κύριε Δένδια, όχι μόνο προσωπικά σε εσάς, παρότι είχατε κάνει ελαφρώς διαφορετικές δηλώσεις, το αίτημα για κυρώσεις, με ποιο αντάλλαγμα; Με κανένα αντάλλαγμα. Μας έφταιγε ότι δεν είχαμε τα όπλα, ότι δεν είχαμε την Ελληνογαλλική Συμφωνία; Όταν δεν αξιοποιήσαμε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ να συνδέσουμε την Τελωνειακή Ένωση με το ζήτημα της προσφυγής από κοινού στη Χάγη, τι μας έλειπε που δεν το κάνουμε;

 Έχουμε από τη μια μεριά μια υποχωρητικότητα στην εξωτερική πολιτική και απουσία και επαναφορά ενός δόγματος αδράνειας, που σε συνθήκες μεγάλων μεταβολών είναι αυτοκτονικό δόγμα και από την άλλη μια παντελή έλλειψη ενεργητικής πολιτικής, για το οποίο δεν μας έφταιγαν τα αμυντικά συστήματα.

Δεν θα αναφερθώ σε άλλες παλαιότερες συμφωνίες, αλλά θέλω να τονίσω με τον πιο έντονο τρόπο, ότι εκτός από αυτή τη Συμφωνία ίσως μας έρθει αύριο – μεθαύριο και μια Ελληνοαμερικανική συμφωνία. Αν θέλετε να μετρηθούμε στο τι επιδιώκει ο καθένας και τι ανταλλάγματα κερδίζει για τη χώρα μας, ζυγίστε τη σημερινή Ελληνογαλλική Συμφωνία με την Ελληνοαμερικάνικη που διαπραγματεύεστε, εντός πολλών εισαγωγικών, γιατί φαίνεται να δίνουμε τα πάντα, χωρίς να παίρνουμε απολύτως τίποτα. Αυτή είναι η ισχυρή Ελλάδα; Πώς ισχυροποιούμαστε στα Ελληνογαλλικά, τις φρεγάτες κ.λπ. και δίνουμε τα πάντα σε μια δύναμη, σε μια υπερδύναμη και γινόμαστε παρακολούθημα μιας υπερδύναμης; Σας ευχαριστώ πολύ.